προοικονομία

προοικονομία
προ-οικο-νομία, , vorhergehende Einrichtung

Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • προοικονομία — ἡ, ΜΑ [προοικονομῶ] η διευθέτηση εκ τών προτέρων, η προετοιμασία σχεδίου που ακολουθείται στη συνέχεια …   Dictionary of Greek

  • προοικονομικώς — Α επίρρ. σύμφωνα με την προοικονομία, με την κατάστρωση σχεδίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < προοικονομῶ, μέσω αμάρτυρου επιθ. *προοικονομικός + επιρρμ. κατάλ. ῶς] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”